top of page

Μία συνηθισμένη μέρα στο μετρό

Πόσο εκνευριστικό είναι να πρέπει να περιμένεις το μετρό σε μέρα αργίας


Αν ο σταθμός ήταν αποπνικτικά ζεστός και αν ο πίνακας αναμονής έγραφε ότι ο επόμενος συρμός θα ερχόταν σε 17 λεπτά, θα νόμιζε ότι ήταν Δεκαπενταύγουστος. Τουλάχιστον τώρα η κατάσταση ήταν υποφερτή.

Σχεδόν.

Γιατί ο νεαρός με τα ακουστικά στα αυτιά που καθόταν στο μεταλλικό κάθισμα στα αριστερά της νόμιζε μάλλον ότι βρισκόταν σε συναυλία και ότι έπρεπε να ακούνε και οι γύρω του την μουσική που άκουγε αυτός όσο σκρόλαρε στην οθόνη του κινητού. Την ίδια στιγμή στα δεξιά, μία ευτραφής μεσήλικη κυρία με σλαβικά χαρακτηριστικά και τα εμφανώς βαμμένα ξανθά μαλλιά μιλούσε στο τηλέφωνο, φωνάζοντας σαν να ήταν μόνη της. Δεν μπορούσε να καταλάβει την γλώσσα της, όμως από το ύφος, τον τόνο της φωνής και τις χειρονομίες της υποψιαζόταν ότι μάλωνε με κάποιον. Δεν θα με αφήσουν να διαβάσω το βιβλίο μου

Λίγο παραδίπλα δύο νεαροί με βερμούδες στέκονταν όρθιοι. Ο ένας είχε γείρει πάνω στον τοίχο, ενώ ο άλλος βημάτιζε μπρος-πίσω. Κρατούσαν από ένα τηλέφωνο στο χέρι ο καθένας και κάθε τόσο, σκουντούσαν ο ένας τον άλλον στον ώμο για να δείξουν κάτι στην οθόνη πριν βυθιστούν ξανά σε αυτήν. Από την οικειότητα συμπέραινε ότι ήταν παρέα. Όμως, αφού είστε παρέα, γιατί δεν συζητάτε αντί να είστε χωμένοι στις οθόνες;

Άνοιξε το βιβλίο της ξανά και προσπάθησε να συγκεντρωθεί, όμως η κυρία που συνέχιζε να τσακώνεται δεν την άφηνε. Την είδε με την άκρη του ματιού να μετακινείται ένα κάθισμα παραδίπλα. Τώρα η απόσταση που τις χώριζε, από τριάντα πόντους είχε γίνει ένα μέτρο, αλλά αυτό δεν έλυνε το πρόβλημα. Λες και ο ήχος δυσκολεύεται να ταξιδέψει στο ένα μέτρο… Μάλλον δεν θυμάται και πολλά από την φυσική.

Καθώς τα λεπτά περνούσαν, άρχισε να συρρέει περισσότερος κόσμος. Τώρα μπορούσε να μετρήσει άτομα να περιμένουν στην αποβάθρα σχεδόν τα διπλάσια σε σχέση με πριν λίγο. Γυναίκες, άντρες, έφηβοι, ακόμα και ηλικιωμένοι κρατούσαν από ένα τηλέφωνο στο χέρι και ήταν συγκεντρωμένοι στην οθόνη. Ένας νεαρός, λίγο πάνω από δεκαοκτώ, είχε πλησιάσει επικίνδυνα την άκρη της αποβάθρας. Τον είδε να κάνει μεταβολή την τελευταία στιγμή και να γυρίζει προς τα πίσω. Αν ο συρμός αργούσε λίγο ακόμα, κάποιος θα έπεφτε στις γραμμές και αυτήν την φορά δεν θα ήταν απόπειρα αυτοκτονίας.

Ο ήχος αντήχησε, τελικά, στο τούνελ και την επόμενη στιγμή η φωτεινή ένδειξη με τον χρόνο αναμονής μηδένισε. Οι περισσότεροι έβαλαν τα τηλέφωνα στις τσέπες και πήραν θέση κατά μήκος της αποβάθρας στα σημεία όπου υπολόγιζε ο καθένας ότι θα άνοιγαν οι πόρτες. Σηκώθηκε, πήρε την τσάντα της και στάθηκε και εκείνη στην ουρά. Οι πόρτες άνοιξαν και οι επιβάτες ξεχύθηκαν από το εσωτερικό σαν μυρμήγκια που έτρεχαν να βρουν φαγητό. Άραγε αυτή την εικόνα είχαν οι αγωνιστές στο Μεσολόγγι την στιγμή που επιχειρούσαν την Έξοδο…;

Ένας πενηνταπεντάρης, που μάλλον πίστευε ότι ήταν πιο έξυπνος από τους υπόλοιπους, επιχείρησε να μπει στο βαγόνι ενώ ακόμα έβγαιναν οι προηγούμενοι επιβάτες. Μία ξανθιά του φώναξε θυμωμένα «Να βγούμε πρώτα!». Εκείνος δεν της απάντησε καν και εκείνη συνέχισε να προχωράει μουρμουρίζοντας διάφορα κοσμητικά για την νοημοσύνη του κυρίου. Μα πού την βρίσκουν την όρεξη να τσακωθούν στις 8:00 το πρωί…;

Όταν η ηρωική έξοδος του επιβατικού κοινού ολοκληρώθηκε, ξεκίνησε η εξίσου ηρωική είσοδος. Λες και δεν είχαν ξαναδεί στην ζωή τους κάθισμα, κάποιοι έτρεξαν να πιάσουν τις διαθέσιμες θέσεις. Μπήκε από τους τελευταίους και αναγκάστηκε να αποδεχτεί το γεγονός ότι θα έβγαζε την διαδρομή όρθια. Κρατήθηκε με το δεξί χέρι από τον μεταλλικό στύλο, ενώ με το αριστερό προσπάθησε να ανοίξει το βιβλίο της στην σελίδα που είχε μείνει.

Μία ενοχλητική αποφορά έφτασε στα ρουθούνια της και την έκανε να μορφάσει από αηδία. Ψάρια! Θα αναγνώριζε αυτήν την οσμή οπουδήποτε. Κάποιος είχε κρίνει σκόπιμο να περάσει πρώτα από το ιχθυοπωλείο πριν μπει στο βαγόνι. Μα είναι τρελοί μερικοί άνθρωποι…;

Κρίνοντας από την ένταση της οσμής, πρέπει να βρισκόταν κάπου κοντά της. Τον αναζήτησε με το βλέμμα, όμως το μόνο που είδε ήταν πρόσωπα χωμένα σε μία οθόνη. Ένας από αυτούς έπαιζε ένα παιχνίδι με τουβλάκια, που θύμιζε το παλιό Tetris.  Ένας άλλος έπαιζε εκείνο το παιχνίδι με τον βασιλιά που πρέπει μονίμως να σωθεί από κάποιον κίνδυνο και που η εταιρεία υπερηφανευόταν ότι είναι δωρεάν και χωρίς διαφημίσεις. Μία κοπέλα είχε ακουστικά στα αυτιά που την έκαναν να μοιάζει με DJ και παράλληλα χάζευε σε μία ιστοσελίδα με γυναικεία ρούχα. Στην τετράδα καθισμάτων κάτω από το παράθυρο κάθονταν τέσσερις άντρες˙ ο ένας έγραφε στο κινητό, οι δύο έπαιζαν κάποιο παιχνίδι και ο τέταρτος κρατούσε το τηλέφωνο στο χέρι, είχε γείρει το κεφάλι στο πλαίσιο του παραθύρου και είχε κλείσει τα μάτια.

Μα όλοι με ένα κινητό στο χέρι είναι…;

Μία φωνή απέσπασε την προσοχή της. Κάποια διαμαρτυρόταν ότι της είχαν πατήσει το πόδι και μία αντρική απαντούσε ότι δεν το είχε κάνει. «Θα με βγάλεις τρελή;» συνέχιζε εκείνη στον ενικό και εκείνος επέμενε «Λες να μην ξέρω εγώ αν σε πάτησα ή όχι…;»

«Είσαι ανάγωγος» επέμενε η γυναίκα. «Λυπάμαι για λογαριασμό σου»

«Ρε, άντε πλύνε κάνα πιάτο, τρελή, πρωί-πρωί», της αντιγύρισε αυτός.

«Στην γυναίκα σου, ρε, να πεις να πλύνει πιάτα», συνέχισε αυτή χειρονομώντας και παραλίγο να της φύγει το τηλέφωνο από το χέρι. «Αν υπάρχει καμμία που καταδέχτηκε να χάσει την ζωή της μαζί σου».

Εκείνος την είπε να πάει κατά διαόλου μεριά και εκείνη του απάντησε να πάει αυτός. Κάποιος αντέδρασε με ένα μακρόσυρτο «Εεεε!» που μάλλον μεταφραζόταν «Σταματήστε». Ο άντρας έφυγε προς το βάθος του βαγονιού, ενώ η γυναίκα παρέμεινε στην θέση της, συνεχίζοντας να μουρμουρίζει διάφορα κοσμητικά.

Έχουμε γίνει μία κοινωνία ανθρώπων τοξικών με καταπιεσμένη επιθετικότητα, σκέφτηκε καθώς επέστρεφε το βλέμμα στο βιβλίο της. Προσπάθησε να συγκεντρωθεί στην σελίδα αλλά τα γράμματα χόρευαν. Τι απέγιναν οι έξω καρδιά άνθρωποι των εποχών πριν τα μνημόνια; Μήπως δεν υπήρξαν ποτέ και όλα αυτά περί φιλόξενου λαού ήταν απλά ένας μύθος που πλασάραμε στο εξωτερικό; Μήπως ήμασταν ανέκαθεν ένας άξεστος λαός που έγινε χειρότερος από τα μνημόνια και μετά;

Και πώς να μην γίνουμε χειρότεροι όταν όλοι είναι πάνω από μία οθόνη αντί να ανοίξουν τα μάτια τους και να διαβάσουν κανένα βιβλίο…; Η οθόνη κάνει τους ανθρώπους παθητικούς δέκτες πληροφοριών και ο παθητικός δέκτης είναι εξ ορισμού νοητικά στάσιμος. Και αυτό συμβαίνει γιατί δέχεται έτοιμη γνώση αντί να επεξεργαστεί την πληροφορία και να βγάλει δικά του συμπεράσματα. Κάπου είχε διαβάσει ότι όταν τα μάτια σκρολάρουν σε μία οθόνη δεν ενεργοποιούνται ούτε τα μισά εγκεφαλικά κέντρα από όσα ενεργοποιούνται κατά την ανάγνωση. Ποιος λαός πήγε μπροστά μένοντας νοητικά στάσιμος;

Στα δεξιά της ένας ηλικιωμένος κύριος με συμπαθητικό πρόσωπο, λευκά μαλλιά και ροδαλά μάγουλα έκανε μεταβολή και κινήθηκε προς την πόρτα τους συρμού. Καθώς περιέστρεφε το σώμα του, παρατήρησε ότι κρατούσε μία γαλάζια σακούλα από νάιλον. Η οσμή του ψαριού επέστρεψε και αυτήν την φορά ήταν εντονότερη από πριν. Ώστε αυτός ήταν που έφερε αυτήν μυρωδιά μέσα στον συρμό... Έπιασε τον εαυτό της να παίρνει βαθιά αναπνοή και να την κρατά. Τα πόδια της άρχισαν να κινούνται ανυπόμονα. Άντε να τελειώσει αυτό το μαρτύριο

Ο συρμός σταμάτησε και οι πόρτες άνοιξαν ακριβώς την στιγμή που ένοιωθε να της τελειώνει ο αέρας. Ο ηλικιωμένος κύριος βγήκε. Τον ακολούθησε με το βλέμμα και μόνο όταν τον είδε να περνάει μπροστά από την ταμπέλα με το όνομα του σταθμού κατάλαβε ότι ήταν και η δική της σειρά να κατέβει.

Άφησε τον αέρα να βγει και πήρε καινούργια ανάσα. Λίγο ακόμα, σκέφτηκε. Τουλάχιστον θα έβγαινε από αυτόν τον εντελώς κλειστό χώρο όπου τίποτα δεν φαινόταν ικανό να σπάσει την οσμή του ψαριού. Βγήκε από το βαγόνι, προσπέρασε δύο νεαρές που περπατούσαν βαριεστημένα και απέφυγε την τελευταία στιγμή μία κυρία που έτρεχε να προλάβει τον συρμό και παραλίγο να πέσει πάνω της. Ανέβηκε γρήγορα τις κυλιόμενες, θέλοντας να προσπεράσει τον παππούλη με την ψαροσακούλα.

Φτάνοντας στα μισά της σκάλας, σταμάτησε λαχανιασμένη. Μπροστά της μία κοπελίτσα με έντονο μέικ-απ και μεγάλα νύχια που θύμιζαν μάγισσα πληκτρολογούσε κάτι στην οθόνη του τηλεφώνου της. Απομάκρυνε το τηλέφωνο και το βλέμμα της έμεινε κολλημένο στην οθόνη, ενώ το σώμα της έπαιρνε μία επιτηδευμένη πόζα για φωτογραφία. Έπειτα κοίταξε την οθόνη, σαν να ενέκρινε αυτάρεσκα το αποτέλεσμα. Καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς ὅτι καλὸν... Έπειτα συνέχισε να πληκτρολογεί.

Σήκωσε βαριεστημένα τα μάτια. Δεν υπάρχει σωτηρία. Έβγαλε από την τσάντα της το βιβλίο, βρήκε την σελίδα και συνέχισε να διαβάζει, ώσπου βγήκε από τον σταθμό.


Το βιβλίο του Γιώργου Τσιρτσιρίδη, MU, μπορείτε να το προμηθευτείτε από το ηλεκτρονικό κατάστημα της Αgrafina στην ηλεκτρονική διεύθυνση:

コメント

5つ星のうち0と評価されています。
まだ評価がありません

評価を追加
bottom of page